Μαρία Κοτζακόλιου, Παρασκευή 17 Ιουλίου 2020
Με την έναρξη κι εξάπλωση της πανδημίας Covid -19, όλοι βιώσαμε πρωτόγνωρες καταστάσεις τόσο στο εθνικό όσο και στο παγκόσμιο στερέωμα.
Οι πολίτες έμειναν στο σπίτι τους σε ένδειξη αλληλεγγύης για τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, επιχειρήσεις έκλεισαν, πόλεις ερήμωσαν κι οι άνθρωποι αποξενώθηκαν.
Από τα σημαντικότερα ζητήματα που απασχόλησαν τις κυβερνήσεις των κρατών ήταν η επισιτιστική επάρκεια κι αυτάρκεια, δηλαδή η δυνατότητα των πολιτών να τραφούν χωρίς ελλείψεις και να μην διασπαστεί η διατροφική αλυσίδα.
Από την προσωπική μας εμπειρία ως καταναλωτές, καταλαβαίνουμε ότι δεν αντιμετωπίσαμε ιδιαίτερα προβλήματα στο ζήτημα των τροφίμων και των αγαθών γενικότερα. Τι συνέβη, όμως, σε όλη την υφήλιο; Ποιοι αντιμετώπισαν και σε ποιο βαθμό προβλήματα επισιτισμού; Ποιες χώρες θα δυσκολευτούν να επανακάμψουν και ποιες ενέργειες θα πρέπει να γίνουν για να μην υπάρξει μελλοντικά επισιτιστική κρίση, αλλά να διασφαλιστεί –παράλληλα- η επάρκεια των κρατών;
Απαντήσεις στα ερωτήματά μας, μας έδωσε ο κ. Κωνσταντίνος Σταμούλης , Ανώτερος Σύμβουλος, Στρατηγικά Προγράμματα για την Επισιτιστική Ασφάλεια και Συστήματα Τροφίμων στον Διεθνή Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας ( FAO) – Πρώην Βοηθός Γενικός Διευθυντής στο FAO για ζητήματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.
Ο κύριος Σταμούλης λόγω της μακρόχρονης εμπειρίας κι εργασίας του στο FAO, κατέθεσε τις προσωπικές του εκτιμήσεις για την τωρινή και μελλοντική επισιτιστική κατάσταση και επισιτιστική ασφάλεια. Σε ερώτησή μας αν η πανδημία ανέδειξε μια σειρά από ζητήματα που αφορούν την επισιτιστική επάρκεια και τον ρόλο του πρωτογενή τομέα σε επίπεδο κρατών, αλλά και σε παγκόσμια βάση, αν θεωρεί πως όντως υπήρξε επισιτιστική κρίση κι αν ναι, ποιες χώρες ή γεωγραφικές περιοχές σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν πληγεί περισσότερο από την αγρο – διατροφική άποψη, απάντησε :
« Ο σημαντικός ρόλος του πρωτογενή τομέα φάνηκε έντονα κατά τη διάρκεια της κρίσης από την πανδημία Covid -19, καθώς ο πληθυσμός περιορίστηκε εντός των κατοικιών του και σημειώθηκε σημαντική κατανάλωση αγαθών. Όπως αποδείχθηκε, σε παγκόσμια κλίμακα δεν προέκυψαν προβλήματα στην παραγωγή βασικών προϊόντων και δεν επηρεάστηκε η επάρκεια. Στις ανεπτυγμένες χώρες υπήρξε επάρκεια και εκτός από λίγες αναταράξεις ( πχ κρέατα ) δεν διασπάστηκε η διατροφική αλυσίδα. Μιλώντας με τα τωρινά δεδομένα και για τις ανεπτυγμένες χώρες μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει επισιτιστική ασφάλεια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να γίνουν κινήσεις για την διατήρησή της.
Όμως, σοβαρά προβλήματα επισιτιστικής ασφάλειας παρουσιάστηκαν σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, ιδιαίτερα στην Υποσαχάρια Αφρική αλλά όχι μόνο. Αυτές οι χώρες , ήδη αντιμετώπιζαν σοβαρά επισιτιστικά ζητήματα λόγω του ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού είναι σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και δεν είχε οικονομική πρόσβαση σε αρκετή και κατάλληλη διατροφή. Η πανδημία ήταν ένα σημαντικό «χτύπημα» γι’ αυτές, γιατί εκατομμύρια άτομα έχασαν το εισόδημά τους κυρίως στις αστικές περιοχές ενώ παρατηρήθηκε και αύξηση των τιμών καταναλωτή λόγω του « σπασίματος της διατροφικής αλυσίδας». Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αναμένεται επιπλέον 100-135 εκατ. άτομα να έχουν πρόβλημα πρόσβασης στα τρόφιμα σαν αποτέλεσμα του ιού και των μέτρων να περιοριστεί η εξάπλωσή του. Αυτά τα 135 εκατομμύρια άτομα έρχονται να προστεθούν στα 670 εκατομμύρια που υποφέρουν από χρόνια επισιτιστική ανασφάλεια.. »
Με την εξάπλωση της νόσου και τις επιπτώσεις που έφερε στις εθνικές οικονομίες το lockdown, παρατηρήσαμε μια γρήγορη αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην μετακίνηση και διάθεση των προϊόντων, με τη θέσπιση των «Πράσινων λωρίδων», όπου με ταχύτητα και ασφάλεια πραγματοποιήθηκε ο εφοδιασμός σε βασικά αγαθά.
Η διαμορφωμένη κατάσταση οδηγεί πλέον τις κυβερνήσεις να φροντίσουν για την επισιτιστική επάρκεια, με την αποθεματοποίηση, για το ενδεχόμενο μιας νεώτερης έξαρσης της πανδημίας ή και την εμφάνιση κάποιας άλλης.
Μπορεί στον πρωτογενή τομέα να συνεχίστηκε η παραγωγική διαδικασία, προέκυψαν όμως δυσχέρειες στην μετακίνηση εργατών γης και συγκομιδής καλλιεργειών. Από το χωράφι ως το ράφι, η όλη διαδικασία αποτελεί την λεγόμενη «διατροφική αλυσίδα», έχοντας μια συνέχεια που επηρεάζει την διάθεση, αλλά και τις τιμές.
Στις περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες αυτή η αλυσίδα έσπασε, καθώς με τα μέτρα περιορίστηκαν τα σημεία διάθεσης προϊόντων, οι μετακινήσεις τροφίμων μέσα στις ίδιες τις χώρες, αλλά και διασυνοριακά, πράγμα που οδήγησε σε σημαντική βραχυχρόνια ή μακροχρόνια αύξηση των τιμών και επιδείνωσε την οικονομική πρόσβαση των φτωχότερων νοικοκυριών στα τρόφιμα.
Τα μέτρα, η αναστολή εργασίας, αλλά και η ανεργία που αυτά προκάλεσαν σε παγκόσμιο βαθμό, έχουν περιορίσει την αγοραστική δύναμη του πληθυσμού.
Όπως χαρακτηριστικά μας ανέφερε ο κ. Σταμούλης, αξιοσημείωτο είναι ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες σαν γκρουπ είναι «καθαροί εισαγωγείς» αγροτικών προϊόντων, δημιουργώντας εκ προοιμίου μια εξάρτηση από το διεθνές γίγνεσθαι. Άλλωστε έχουν αλλάξει και οι διατροφικές συνήθειες σε πολλά σημεία του κόσμου. Με την ανάπτυξη του εμπορίου, προϊόντα που υπήρχαν μόνο σε μια ήπειρο, τώρα διατίθενται παντού. Αυτό δημιουργεί διαφορετικούς συσχετισμούς στην ανάπτυξη των καλλιεργειών, στην κατάργηση άλλων και στην ισορροπία του ισοζυγίου της παραγωγής.
Για την επισιτιστική επάρκεια και αυτάρκεια των κρατών και στην πιθανότητα αλλαγής καλλιεργητικού σχεδιασμού, ο κ. Σταμούλης μας είπε ότι ναι μεν οι χώρες μπορούν να κάνουν τον σχεδιασμό τους, αλλά σε συνάρτηση πάντα με τα δεδομένα του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Οργανισμός, ο οποίος , όπως μας εξέφρασε την άποψή του ο κ. Σταμούλης, δεν έχει σημειώσει πολλές επιτυχίες στο να βρει συναίνεση σε βασικά θέματα διεθνούς εμπορίου αγροδιατροφικών προϊόντων λόγω έλλειψης πολιτικής βούλησης από τα κράτη – μέλη να διαπραγματευτούν σημαντικές συμφωνίες. . Για την απρόσκοπτη ανάπτυξη του εμπορίου στον αγροδιατροφικό τομέα θα πρέπει να θεσπιστούν πολιτικές που θα κατευθύνονται στη μείωση των δασμών και ποσοστώσεων, ενισχύοντας τις εισαγωγές αλλά και να βάλουν φρένο στον αυθαίρετο περιορισμό των εξαγωγών σε « δύσκολες « στιγμές στην παγκόσμια αγορά γεωργικών προϊόντων.
Στον αντίποδα, το FAO έρχεται και φέρνει κοντά τις κυβερνήσεις στο θέμα του αγροδιατροφικού τομέα. Με τις έρευνες, τις μελέτες, το knowhow που έχει αποκομίσει από την δραστηριότητα τόσων χρόνων, αποτελεί ή μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό «εργαλείο» για την ορθολογική ανάπτυξη του πρωτογενή τομέα, της μεταποίησης και της διάθεσης των αγαθών.
Ένας από τους βασικούς στόχους του είναι η εξάλειψη της πείνας μέχρι το 2030. Στόχος που πλέον είναι δύσκολο να επιτευχθεί λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας σε μακροπρόθεσμο διάστημα.
Οι χώρες, τώρα, που επηρεάστηκαν περισσότερο κι έχουν ποικίλες επιπτώσεις τόσο από την πανδημία όσο κι από τα μέτρα που έχουν ληφθεί είναι εκείνες “με υποκείμενα προβλήματα”: στρατιωτικές εμφύλιες συγκρούσεις, πολιτική αστάθεια, ευαισθησία στις κλιματικές αλλαγές, πολύ υψηλό ποσοστό φτώχειας, ισχνή γεωργική ανάπτυξη. Οι περισσότερες από αυτές βρίσκονται στην Υποσαχάρια Αφρική. Ο πληθυσμός εκτός από τις συγκρούσεις, τους εμφυλίους και την πείνα, έρχεται αντιμέτωπος και με τον Covid -19.
Πέρα από τα παραπάνω προβλήματα, οι Υποσαχάριες χώρες έρχονται αντιμέτωπες και με μια άλλη πραγματικότητα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι από τους βασικούς χρηματοδότες αυτών των χωρών για την αντιμετώπιση της πείνας. Με τα νέα δεδομένα και τις ανάγκες οικονομικής ενίσχυσης των κρατών – μελών για την αντιμετώπιση της πανδημίας, το προς διάθεση ποσό για τις χώρες της Αφρικής μπορεί να μειωθεί και έτσι να περιοριστεί η ουσιαστική βοήθεια, δυσχεραίνοντας την κατάσταση.
Με την ανάδειξη του σημαντικού ρόλου του πρωτογενή και αγροδιατροφικού τομέα, ενισχύεται η πεποίθηση ότι οι προκλήσεις είναι πολλές. Χρειάζεται να αναπτυχθούν περισσότερο πολιτικές για την «πράσινη οικονομία» σε συνάρτηση με τη γεωργία, να καταγραφεί και να ενισχυθεί η βιοποικιλότητα, να υλοποιηθεί η «Πράσινη Ατζέντα» και να γίνει απόλυτα κατανοητό, όπως τόνισε ο κ. Σταμούλης, ότι για να αντιμετωπίσεις αποτελεσματικά μια κρίση – εάν κι εφόσον προκύψει – θα πρέπει να εστιάσεις στην πρόληψη, μελετώντας όλα τα πιθανά ενδεχόμενα.
Συμπερασματικά, από την πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχαμε με τον κ. Σταμούλη, μπορούμε να πούμε ότι η αγωνία για την επισιτιστική κρίση δεν θα πρέπει να εστιαστεί στα στενά όρια της παραγωγής και διάθεσης, αλλά και στην αγοραστική δύναμη των πολιτών. Διαφορετικά θα υπάρχουν διαθέσιμα αγαθά στην αγορά, τα οποία -σημαντικό μέρος του πληθυσμού- δεν θα έχει την δυνατότητα να προμηθευτεί λόγω έλλειψης χρημάτων. Σε μία κοινωνία δικαίου, οι προσπάθειες που πρέπει να καταβληθούν είναι στη δυνατότητα της κάλυψης της ανάγκης για τροφή, η οποία θα είναι διαθέσιμη για όλους, χωρίς αποκλεισμούς.
ΥΣ. Οι θέσεις κι απόψεις που εκφράζονται από τον κ. Σταμούλη είναι αμιγώς προσωπικές του και δεν αποτελούν υποχρεωτικά θέσεις του FAO ή των κρατών – μελών του Οργανισμού.

Μαρία Κοτζακόλιου
