Εισαγωγή
Η λεβάντα είναι γνωστή από την αρχαιότητα. Ο Διοσκουρίδης ο Αναζαρβέας (1ος μ.Χ. αιώνας) αναφέρει τα εξής για το είδος Lavandula stoechas L., που αυτοφύεται και σήμερα : «… γεννάται εν τοις κατά Γαλάτιαν νήσοις αντίκρυ Μασσαλίας, καλούμενας Στοίχασιν όθεν και την επωνυμίαν έσχηκεν».
Ο ίδιος αναφέρει επίσης ότι από το φυτό αυτό παρασκεύαζαν το στοιχαδίτη οίνο και το στοιχαδικό ξύδι.
Αναπτύσσεται σε ξηρικές συνθήκες και αξιοποιεί εγκαταλειμμένες ορεινές και ημιορεινές περιοχές τις οποίες προστατεύει από τη διάβρωση. Καλλιεργείται κυρίως για το αιθέριο έλαιο που χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, σαπωνοποιία και φαρμακευτική σαν τονωτικό, αντιασθματικό και αντικαταροϊκό. Εξάλλου τα άνθη της τοποθετούνται στις ιματιοθήκες τις οποίες αρωματίζουν και αποκρίνουν το σκώρο.
Τέλος η λεβάντα θεωρείται ένα από τα καλύτερα μελισσοτροφικά φυτά και σαν κοσμητικό.
Η λεβάντα καλλιεργείται στη Γαλλία, Ισπανία, Βουλγαρία, Αλγερία, Τύνιδα, Ιταλία, Γιουγκοσλαβία, Σοβιετική Ένωση κ.α..
Στην Ελλάδα άρχισε πριν από λίγα χρόνια να καλλιεργείται.
Ταξινόμηση – περιγραφή του φυτού
Η λεβάντα είναι πολυετές φυτό που ανήκει στην οικογένεια των χειλανθών (Lamiaceae) και το γένος Lavandula. Σε αυτό περιλαμβάνονται περίπου 30 είδη που βρίσκονται στις παραμεσόγειες χώρες, τις Κανάριους νήσους, την Ινδία, τη Δυτική Ασία, την Αμερική και την Αυστραλία. Από αυτά τα πιο σπουδαία είναι τα εξής:
1. Lavandula vera D.C., L. Officinalis Chaix., L. Angustifolia Miler., (λεβάντα, λαβαντούλα, λαβαντίδα η γνήσια, καλογερόχορτο).
Είναι μικρός θάμνος ύψους 30 – 80 εκατοστών με όρθιους τετραγωνικούς βλαστούς. Έχει φύλλα αντίθετα, προμήκη, γραμμοειδή, χρώματος τεφρού, με λίγο χνούδι. Οι ανθοφόροι βλαστοί είναι απλοί και δεν φέρουν φύλλα σε αρκετή, από τη βάση των στάχεων, απόσταση.
Τα άνθη σχηματίζουν επάκριους, επιμήκεις, κυλινδρικούς στάχεις και έχουν χρώμα κυανούν. Ανάλογα με το υψόμετρο ανθίζει Ιούλιο – Αύγουστο. Προς το παρών δεν καλλιεργείται στην Ελλάδα.
Το αιθέριο έλαιο που η απόδοσή του στους χλωρούς βλαστούς είναι 0,5 – 1% είναι εξαιρετικής ποιότητας και χρησιμοποιείται πολύ στην αρωματοποιία.
2. Lavandula spica L., L. latifolia Vill.,(λεβάντα, λαβάντούλα, λαβαντίδα η σταχυώδης).
Είναι μικρός επίσης θάμνος ύψους 30-80 εκατοστών που μοιάζει αρκετά με το προηγούμενο είδος. Τα άνθη του σχηματίζουν πυκνούς, κυλινδρικούς, με μεγάλο ποδίσκο στάχεις, έχουν χρώμα κυανωϊώδες. Ανθίζει Ιούνιο – Ιούλιο και καλλιεργείται σαν καλλωπιστικό φυτό σε κήπους και πάρκα. Το αιθέριο έλαιο που απόδοσή του στους χλωρούς ανθοφόρους βλαστούς είναι επίσης 0,5-1%, είναι κατώτερης ποιότητας σε σύγκριση με το προηγούμενο, γιατί περιέχει μεγάλη ποσότητα καμφοράς και για αυτό χρησιμοποιείται κυρίως για φαρμακευτικούς σκοπούς, καθώς και για την παρασκευή προϊόντων αρωματοποιίας κατώτερης ποιότητας.
3. Lavandula hybrida Rev.,(Lavandin, υβρίδιο λεβάντας, λεβάντα).
Είναι υβρίδιο που προήλθε από τη διασταύρωση των προηγούμενων ειδών (L.vera D.C. X L.spica L.).
Είναι μικρός θάμνος ύψους 30-80 εκατοστών που συνδυάζει τους βοτανικούς και λοιπούς χαρακτήρες των γονέων του.
Τα εισαχθέντα από τη Γαλλία και καλλιεργούμενα στην χώρα μας υβρίδια τα οποία αναφέρονται και σαν εμπορικός τύπος του αιθέριου ελαίου είναι τα εξής:
Abrial. Είναι φυτό μέσης έως μεγάλης ανάπτυξης με άνθη ιώδη και ανθοφόρους βλαστούς μήκους 40 – 50 εκατοστά. Ανθίζει Ιούλιο – Αύγουστο. Το αιθέριο έλαιο, που η απόδοσή του στους χλωρούς ανθοφόρους βλαστούς είναι 2% περίπου, είναι πολύ καλής ποιότητας.
Special. Είναι φυτό μέσης αναπτύξεως με άνθη σκούρα ιώδη και ανθοφόρους βλαστούς μήκους 40 – 50 εκατοστά. Ανθίζει Ιούλιο – Αύγουστο. Η απόδοση των χλωρών ανθοφόρων βλαστών σε αιθέριο έλαιο είναι 1,8 – 2,5% , η δε ποιότητά του πολύ καλή.
Super. Είναι φυτό πολύ αναπτυγμένο με άνθη ανοικτά ιώδη και ανθοφόρους βλαστούς μήκους 50 – 70 εκατοστά. Ανθίζει 7 περίπου ημέρες νωρίτερα από το προηγούμενο. Έχει μεγάλη παραγωγή σε ανθοφόρους βλαστούς (500-700 ανά φυτό), η απόδοση σε αιθέριο έλαιο είναι 1,5 – 1,7 % και η ποιότητά του καλή.
M.G.. Είναι φυτό μικρής αναπτύξεως με άνθη πολύ σκούρα ιώδη και ανθοφόρους βλαστούς μήκους 30-40 εκατοστά. Ανθίζει νωρίς τον Ιούλιο και είναι το πρωιμότερο από όλα τα προηγούμενα υβρίδια. Έχει μικρή παραγωγή ανθοφόρων βλαστών, μεγάλη απόδοση σε αιθέριο έλαιο (2-2,5%), η δε ποιότητά του είναι πολύ καλή. Λόγω της μικρής παραγωγής δεν διαδόθηκε όπως τα προηγούμενα υβρίδια.
Τελευταία εισήχθη στην Ελλάδα από την Σοβιετική Ένωση για πειραματικούς σκοπούς η ποικιλία σεπνάγια που καλλιεργείται στο νομό Ιωαννίνων. Από τις πρώτες παρατηρήσεις φαίνεται ότι πρόκειται για αρκετά καλή ποικιλία.
4. Lavandula stoechas L., (αγριολεβάντα, λαμπρή, μαυροκέφαλο, χαμολίβανο, μυροφόρα).
Φρύγανο ύψους 20 – 60 εκατοστά με άνθη πορφυροϊώδη που σχηματίζουν πυκνούς ωοειδής επάκριους στάχεις. Ανθίζει Μάιο – Ιούνιο. Περιέχει μικρή ποσότητα αιθέριου ελαίου η δε ποιότητά του δεν είναι καλή. Αυτοφύεται σε πολλά μέρη της χώρας μας (Κρήτη, Χαλκιδική, Εύβοια, Αττική, Πελοπόννησο, κ.λπ.). Δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον για εκμετάλλευση.
Κλιματικές Απαιτήσεις Λεβάντας
Η λεβάντα χρειάζεται τουλάχιστον 6-8 ώρες ημερήσιας έκθεσης στον ήλιο και προτιμά θερμό και μετρίως ξηρό κλίμα, ήπιους χειμώνες και ηλιόλουστα καλοκαίρια. Το φυτό προέρχεται από μεσογειακές χώρες, όπου οι μέσες θερμοκρασίες
(20-30 °C) κατά την άνοιξη-αρχές του καλοκαιριού είναι συνηθισμένες. Οι θερμοκρασίες εδάφους άνω των (18 °C) ευνοούν την ανάπτυξη και την αναβλάστηση μετά από την κοπή-συγκομιδή. Ωστόσο, το φυτό μπορεί να ανέχεται σίγουρα και χαμηλότερες θερμοκρασίες. Η υψηλή υγρασία ευνοεί την ανάπτυξη μυκητολογικών ασθενειών, ενώ η ακραία θερινή ζέστη επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα των προϊόντων (ανθικά στελέχη, αιθέριο έλαιο). Είναι απαραίτητο όλοι οι καλλιεργητές λεβάντας να πραγματοποιήσουν εκτεταμένη έρευνα σε ποικιλίες που έχουν υψηλές αποδόσεις στην περιοχή τους.
Υψόμετρο
Μεγάλη σημασία για την καλλιέργεια της λεβάντας έχει το υψόμετρο. Έτσι το καταλληλότερο δια τα είδη που μας ενδιαφέρουν είναι:
Για την Lavandula vera D.C 600 – 1300 μέτρα
για την Lavandula spica L 0 – 600 μέτρα, και
για την Lavandula hybrida Rev. 400 – 700 μέτρα
Το μεγαλύτερο υψόμετρο επιδρά ευνοϊκά στην ποιότητα του αιθέριου ελαίου που περιέχουν τα φυτά της λεβάντας. Επιπλέον σε περιπτώσεις που η λεβάντα αποστάζεται επιτόπου, η απόσταξη λαμβάνει χώρα σε θερμοκρασία μικρότερη των 100 °C (90 – 92 °C), λόγω της μικρότερης ατμοσφαιρικής πιέσεως που υπάρχει στο μεγάλο υψόμετρο, με αποτέλεσμα τον περιορισμό της υδρολύσεως των συστατικών του αιθέριου ελαίου.
Εδαφικές Απαιτήσεις και Προετοιμασία εδάφους για τη Λεβάντα
Τα φυτά λεβάντας μπορούν να αναπτυχθούν σε όλα σχεδόν τα εδάφη με καλή αποστράγγιση. Μπορούν να ανεχθούν pH από 5,5 έως 8. Ωστόσο, οι καλύτερες αποδόσεις συχνά επιτυγχάνονται σε ελαφρώς αμμώδη εδάφη με pH κοντά στο 7 και πολύ καλή αποστράγγιση.
Το πρώτο βήμα για την αποτελεσματική προετοιμασία του εδάφους είναι η ανάλυση του εδάφους και του pH. Το pH του εδάφους πρέπει να διορθωθεί στα επιθυμητά επίπεδα (6,8-7,5). Επιπλέον, η ανάλυση του εδάφους θα αποκαλύψει τυχόν ελλείψεις θρεπτικών συστατικών, έτσι ώστε ο αγρότης να μπορεί να προβεί σε διορθωτικές ενέργειες υπό την καθοδήγηση ενός αδειούχου Γεωπόνου. Σε πολλές περιπτώσεις, είναι ευεργετικό να προστεθούν 8-10 τόνοι καλά χωνεμένης κοπριάς ανά εκτάριο (δηλαδή 800-1000 κιλά ανά στρέμμα) και να οργώσουμε καλά πριν από τη φύτευση νεαρών φυτωρίων λεβάντας. Σε περιπτώσεις σοβαρών ανεπαρκειών σε θρεπτικά συστατικά, οι αγρότες χρησιμοποιούν συχνά το λίπασμα εδάφους Ν-Ρ-Κ 20-20-20 ( 180 κιλά ανά εκτάριο, δηλαδή 18 κιλά το στρέμμα) ταυτόχρονα ή μερικές εβδομάδες μετά τη φύτευση και ποτίζουν καλά τα νεαρά φυτάρια. Ωστόσο, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όταν προσθέτουμε λιπάσματα σε επαγγελματική καλλιέργεια λεβάντας. Εάν το έδαφος είναι πολύ εύφορο και με υψηλά επίπεδα αζώτου, τα φυτά λεβάντας πιθανότατα θα παράγουν πλούσια βλάστηση και στελέχη – φύλλα, αλλά μόνο ένα μικρό αριθμό λουλουδιών.
Προετοιμασία εδάφους
Η προετοιμασία του εδάφους για την εγκατάσταση τη καλλιέργειας περιλαμβάνει το όργωμα του εδάφους σε βάθος 40 εκ. και στην συνέχεια το σβάρνισμά του.
Αποστάσεις φύτευσης / Πυκνότητα φύτευσης
Η λεβάντα συνήθως φυτεύεται σε αποστάσεις μεταξύ των γραμμών 1,2-2 μ. και 0,30-0,60 μ. μεταξύ των γραμμών με πυκνότητα 8000-28000 φυτά ανά εκτάριο(1 εκταριο=10στρεμματα).
Η πυκνότητα καθορίζεται ανάλογα με την διαθέσιμη υγρασία, την ποικιλία το μέγεθος της καλλιέργειας καθώς και με τις μηχανικές καλλιεργητές εργασίες συγκομιδής. Υψηλές πυκνότητες σημαίνει και υψηλό κόστος εγκατάστασης, αλλά επίσης και μεγάλες αποδόσεις νωρίς. Επίσης τα φυτά γίνονται πιο δυνατά και έχουν περισσότερη διάρκεια στο χρόνο. Μια καλά εγκατεστημένη δυναμική φυτεία λεβάντας θα πρέπει να είναι έτοιμη για συγκομιδή τον δεύτερο χρόνο της. Τα φυτά της λεβάντας αντέχουν στο χρόνο περί τα 10-15 έτη η ακόμη περισσότερο εάν η διαχείριση της καλλιέργειας είναι σύμφωνη με τις ανάγκες της.
Εποχή φύτευσης
Σε ήπια κλίματα καλύτερη εποχή φύτευσης είναι το φθινόπωρο ώστε να προλάβουν τα φυτά να εγκατασταθούν καλύτερα ώστε να αντέξουν τον χειμώνα και την άνοιξη να αυξηθούν γρηγορότερα. Σε περιοχές με ψυχρούς χειμώνες η φύτευση πρέπει να γίνεται την άνοιξη και είναι η μόνη επιλογή. Η φύτευση σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να γίνεται αμέσως μετά τον τελευταίο παγετό.
Λίπανση
Η προσθήκη κοπριάς ή χημικών λιπασμάτων έδωσε καλά αποτελέσματα σε πειράματα που έγιναν στη Γαλλία. Σύμφωνα με αυτά τα λιπάσματα επέδρασαν ευνοϊκά μετά από 2-3 χρόνια από την προσθήκη τους, με αύξηση της παραγωγής ανθοφόρων βλαστών κατά 50% περίπου. Το λίπασμα που χρησιμοποιήθηκε ήταν μικτό (4-12-10) σε ποσότητα 50 κιλών κατά στρέμμα. Σε άλλα πειράματα η προσθήκη Ν και Ρ σε ποσότητα 9 μονάδων κατά στρέμμα, από το καθένα έδωσε την μεγαλύτερη παραγωγή ανθοφόρων βλαστών. Στη Ρωσία η προσθήκη 0,3 κιλού οργανικής ουσίας (χούμου) και 10 γραμμάρια υπερφωσφορικού λιπάσματος σε κάθε φυτό έδωσε καλύτερη ανάπτυξη στα φυτά. Δικά μας πειράματα που έγιναν στο Νομό Σερρών, χωρίς ακόμα να έχουν ολοκληρωθεί έδειξαν ότι η προσθήκη Ν και Κ σε ποσότητα 10-15 μονάδες από το καθένα αυξάνει την παραγωγή των ανθοφόρων βλαστών. Σε όλες τις περιπτώσεις δεν παρατηρήθηκε επίδραση της λιπάνσεως στη χημική σύνθεση του αιθέριου ελαίου.
Άρδευση
Η άρδευση είναι αναγκαία για τα πρώτα 2 χρόνια έως ότου η καλλιέργεια έχει εγκατασταθεί πλήρως. Σε ελαφριά εδάφη η σε περιοχές με χαμηλές βροχοπτώσεις η άρδευση σε κρίσιμα στάδια εξακολουθεί να είναι αναγκαία. Τα φυτά στο στάδιο της ανθήσεως δεν θα πρέπει να αφήνονται χωρίς νερό . Η άρδευση μπορεί να αυξήσει την παραγωγή στις ώριμες καλλιέργειες λεβάντας άλλα η άκαιρη και η υπερβολική άρδευση θα αυξήσει τα προβλήματα των ασθενειών, τα φυτά θα μεγαλώσουν σε ύψος τα κλαδιά θα σπάσουν και η κόμη του φυτού θα ανοίξει στην μέση. Σε κάθε περίπτωση η Στάγδην άρδευση συνιστάται διότι πέρα από την ορθή εφαρμογή του νερού θα βοηθήσει στον έλεγχο των ζιζανίων.
Κλάδεμα
Η κοπή των ανθέων μαζί με μέρος των βλαστών θα πρέπει να γίνεται τα 2 πρώτα χρόνια ώστε να βοηθηθούν τα φυτά να δυναμώσουν για να δημιουργήσουν ένα ανθεκτικό πλαίσιο. Στα μετέπειτα χρόνια το κλάδεμα γίνεται σε διαφορετική περίοδο, μετά την συγκομιδή συνήθως το φθινόπωρο. Ο λόγος είναι ότι η συγκομιδή ανθέων για την παραγωγή αιθέριου ελαίου αφήνει τα περισσότερα στελέχη στα φυτά. Συνεπώς το κλάδεμα γίνεται αμέσως μετά και σε ύψος τέτοιο ώστε να δυναμώνουμε την καλλιέργεια. Το κλάδεμα μπορεί να γίνει είτε μηχανικά (παρελκόμενα τρίμμερ σε ελκυστήρα), είτε με δρεπάνια.
Συγκομιδή, απόδοση
Σε όλα τα είδη της λεβάντας χρησιμοποιείται μόνο το άνθος για την εξαγωγή του αιθέριου ελαίου. Καταλληλότερη εποχή συγκομιδής θεωρείται το στάδιο της τελικής ανάπτυξης του ανθοφόρου στελέχους και έναρξης της ανθοφορίας, διότι τότε η περιεκτικότητα των ανθέων σε αιθέριο έλαιο είναι μεγαλύτερη. Το κόψιμο γίνεται με ειδικές μηχανές συγκομιδής λεβάντας. Η συγκομιδή με όποιο τρόπο και να γίνεται πρέπει να ξεκινά αργά το πρωί αφού “σηκωθεί” η πρωινή δροσιά. Οι ανθοφόροι βλαστοί που συλλέγονται μπορούν να αποστάζονται επί του τόπου, ιδιαίτερα όταν οι καλλιέργειες είναι εγκατεστημένες σε τοποθεσίες μεγάλου υψομέτρου.
Η καλλιέργεια φθάνει σε κανονική απόδοση στο 3ο-4ο έτος της ηλικίας της που μπορεί να διαρκέσει άλλα 6-7 ή και περισσότερα χρόνια. Η απόδοση σε ανθοφόρα στελέχη εξαρτάται κυρίως από το καλλιεργούμενο είδος λεβάντας. Ένα στρέμμα γνήσιας λεβάντας (Lanandula angustifolia) παράγει μέχρι 100 κιλά το 1ο, 200-250 κιλά το 2ο, 300-350 κιλά το 3ο, και 400 – 500 κιλά νωπών ανθοφόρων στελεχών κατά το 4ο έτος ανάλογα με τις καλλιεργητικές φροντίδες, το χωράφι, και την ποικιλία της λεβάντας. Τα υβρίδια αποδίδουν περισσότερο προϊόν, νωπό και αιθέριο έλαιο χαμηλότερης όμως ποιότητας.
H τιμή της «συμβατικής» αποξηραμένης λεβάντας είναι περίπου στα 3,5 ευρώ το κιλό. Η αποξηραμένη λεβάντα που προέρχεται από βιολογική καλλιέργεια φθάνει να πωλείται στην εγχώρια αγορά έως 11,5 ευρώ το κιλό, ενώ στις αγορές του εξωτερικού οι τιμές πώλησης είναι σημαντικά υψηλότερες, όταν πληρούνται τα ποιοτικά κριτήρια.
Το Αιθέριο έλαιο
Την ονομάζουν και “αληθινή λεβάντα”. Θεωρείται από τα κορυφαία αιθέρια έλαια και είναι αναμφίβολα από τα πιο ακίνδυνα. Το έλαιο της προκύπτει από τα υπέργεια τμήματα του φυτού την εποχή της ανθοφορίας, είναι σχεδόν άχρωμο, με γλυκιά μυρωδιά άνθους. Τονώνει το νευρικό σύστημα και το ανακουφίζει από την πνευματική κόπωση, τους ρευματισμούς, καταπολεμά το στρες, βοηθά την αντίσταση του οργανισμού σε αλλεργικές καταστάσεις και δρα ως αντισηπτικό. Βοηθά επίσης τον οργανισμό στην καταπολέμηση δερματικών παθήσεων, όπως έκζεμα και ψώρα και καταπραΰνει από τα καψίματα και τα τσιμπήματα εντόμων.
Το αιθέριο έλαιο έχει εντομοαπωθητικές και αντιοξειδωτικές ιδιότητες και είναι από τα πλέον χρησιμοποιούμενα στη βιομηχανία αρωμάτων, σαπουνιών, καλλυντικών και στην αρωματοθεραπεία. Η εμπορική του αξία εξαρτάται από τη σύνθεση του και κυρίως από τα συστατικά οξικός λιναλυλεστέρας (linalyl acetate) και λιναλοόλη (linalool), που πρέπει να κυμαίνονται σε ποσοστά 30-43% και 36-43%, αντίστοιχα. Ενώ άλλα κύρια συστατικά του είναι το λιμονένιο, η τερπιν-4-όλη, η α-τερπινόλη, η 1,8 κινεόλη, το μυρκένιο και το α- και β-πινένιο.
Ιδιότητες:
Ανακουφιστικό, Αναλγητικό, Αντιβακτηριακό, Αντικαταθλιπτικό, Αντιμικροβιακό, Αντιρευματικό, Αντισηπτικό, Αντισπασμοδικό, Αντιτοξικό, Αποσμητικό, Αφροδισιακό, Διεγερτικό (Κυκλοφορικου), Εντομοαπωθητικό, Εντομοκτόνο, Επουλωτικό, Καρδιοτονωτικό, Καταπραϋντικό, Νευροτονωτικό, Παρασιτοκτόνο, Σπασμολυτικό, Τονωτικό, Χαλαρωτικό.
Σύμφωνα και με το πόρισμα του Μπενακείου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, η καταστροφική ασθένεια «stolbur», που έχει αποδεκατίσει τις καλλιέργειες λεβάντας στη Γαλλία και δημιουργεί αντίστοιχες καταστάσεις στη Βουλγαρία, έχει ενσκήψει και στην πατρίδα μας.
Α. Τα προϊόντα της λεβάντας
Τα προϊόντα της επαγγελματικά καλλιεργούμενης λεβάντας αξιοποιούνται τόσο με την μορφή των φρέσκων ή αποξηραμένων ανθέων όσο και με την εξαγωγή από αυτά του φημισμένου της αιθέριου ελαίου.
Το αιθέριο έλαιο της λεβάντας χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, στην φαρμακευτική βιομηχανία, στην βιομηχανία καλλυντικών, στην σαπωνοποιία, καθώς και στην βιομηχανία απορρυπαντικών.
Η ξηρή δρόγη της λεβάντας χρησιμοποιείται για την προστασία των ρούχων από τον σκώρο καθώς και για τον αρωματισμό των εσωτερικών χώρων.
Β. Η χρήση της λεβάντας ως φυτό κήπου και τοπίου.
Η λεβάντα αποτελεί ένα από τα παλαιότερα χρησιμοποιούμενα για διακοσμητικούς και όχι μόνο σκοπούς, φυτά. Συγκεκριμένα μπορεί να αξιοποιηθεί:
- Σε επικλινή εδάφη ή εδάφη που κινδυνεύουν με διάβρωση.
- Σε άγονα και ισχυρώς ασβεστούχα εδάφη.
- Ως φυτό μπορντούρας ελεύθερης ή κλαδευόμενης με ή χωρίς διακοσμητικά υλικά.
- Ως φυτό γλάστρας σε θέσεις ηλιόλουστες.
- Φυτευόμενη σε ομάδες για να αναδείξει έναν χώρο, τόσο χάρις στην χρωματική αίσθηση της μαζικής φύτευσή της όσο και την περίοδο της πλούσιας και αρωματικής ανθοφορίας της.
- Φυτευόμενη μαζί με τριανταφυλλιές για να ανεβάσει θεαματικά το χρωματικό αποτέλεσμα αλλά ταυτόχρονα και να τις προστατεψει σε σημαντικό βαθμό από τις αφίδες.
Φυτευόμενη μεμονομένα ή σε ομάδες, για τον καλλωπισμό άνυδρων βραχότοπων η βραχόκηπων.
Ζωικοί εχθροί και ασθένειες
Η λεβάντα προσβάλλεται συχνά από μύκητες του είδους Αρμιλλάρια (Armillaria), που είναι πολύ επικίνδυνοι. Η μόνη μέθοδος ριζικής καταπολέμησής τους είναι το ξερίζωμα των προσβλημένων φυτών και η απολύμανση του εδάφους. Επίσης η σεπτόρια της λεβάντας (Septoria lavandulae) προκαλεί την εμφάνιση κηλίδων πάνω στα φύλλα. Καταπολεμάται με βορδιγάλειο πολτό και άλλα μυκητοκτόνα φάρμακα. Ένας άλλος μύκητας, του είδους phoma , προκαλεί την μάρανση των νεαρών βλασταριών, το μαύρισμα στα κλαδιά και τη σήψη των ριζών. Η τεφρή σήψη (Botrytis cinerea) εξάλλου, προσβάλλει τους βλαστούς, κυρίως κατά τις υγρές εποχές. Καταπολεμάται με ψεκασμούς που έχουν σαν βάση το TMTD . Επίσης μερικά είδη κάμπιας προσβάλλουν τους νέους βλαστούς και μπορούν να καταστρέψουν τα φύλλα και τα λουλούδια. Καταπολεμούνται εύκολα με ειδικά εντομοκτόνα φάρμακα, που όμως δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά την εποχή της ανθοφορίας, για να μη δηλητηριάζονται οι μέλισσες
ΠΡΟΣΟΧΗ
Η ασθένεια stolbur απειλεί την καλλιέργεια λεβάντας.
Σημαντικότερος λόγος εξάπλωσής της είναι τα παράνομα φυτώρια που διακινούν μη πιστοποιημένο πολλαπλασιαστικό υλικό, αλλά και οι εισαγωγές φυτών λεβάντας, πιθανώς μολυσμένων, κυρίως από τη Βουλγαρία.
Η καταστροφική ασθένεια stolbur, αλλά και η εμφάνιση στην αγορά τόσο των παράνομων φυτωρίων, όσο και του αμφίβολης ποιότητας και ταυτότητας πολλαπλασιαστικού υλικού αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών που διακινείται πανελλαδικά, απειλούν σοβαρά το μέλλον της παραγωγής λεβάντας στη Δυτική Μακεδονία, αλλά και στη χώρα μας γενικότερα.
Σύμφωνα με τις αναλύσεις του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, τα φυτά της λεβάντας στην περιοχή της Κοζάνης έχουν προσβληθεί από το φυτόπλασμα Canditatus Phytoplasma Solani (προκαρυωτικός οργανισμός χωρίς κυτταρικό τοίχωμα), με συνέπειες εφάμιλλες με αυτές της Xyllela που προσβάλλει τις ελιές.